Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1917. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1917. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Οκτώβριος 1917

Οκτώβριος 1917

Τον Οκτώβριον του 1917 ότε άρχισε ο Ρωσικός στρατός να οπισθοχωρεί ευρέως διεδόθη ότι θα φθάσουν Καυκασιανά στρατεύματα δηλ. Γρουφίνοι Αρμένιοι και Έλληνες να αντικαταστήσουν τα Ρωσικά και θα εξακολουθεί ο πόλεμος. Εγένοντο δε συστάσεις εις τα Ελληνικά χωριά όπως οργανωθούν και εν καιρώ να είναι έτοιμοι. Φεύγοντες οι Ρώσοι εκ Τραπεζούντος άφησαν όλες τις αποθήκες πολεμοφοδίων και τροφίμων ανοιχτές και έτσι ο κόσμος καθημερινώς κουβαλούσε στα χωριά όπλα και εφαντάζετο και περίμενε πότε θα φτάσει ο αναμενόμενος στρατός. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, οι Σανταίοι μακριά όντες εκ της Τραπεζούντος και χειμώνας εξ άλλου και απομονομένοι πανταχόθεν έκριναν καλόν όπως οργανωθούν και αυτοί και να επικοινωνήσουν με την Τραπεζούντα και να είναι ενήμεροι της καταστάσεως. 

Δεκέμβριος 1917

Δεκέμβριος 1917

Ούτω λοιπόν την 15ην Δεκεμβρίου του 1917 συνήλθε εις Κοσλαράντων Γενική Συνέλευση των Σανταίων ήτις διήρκεσε τρεις ημέρας. Απεφασίσθη όπως καταγραφούν όλα τα όπλα και πολεμοφόδια και ευρέθησαν όπλα περίπου εκατόν ογδοήκοντα φυσίγγια δε ήσαν πάρα πολλά καθώς χειροβομβίδες δυναμίτης κ.τ.λ.. Εκρίθη σκόπιμον όπως με το υλικόν αυτό γίνει αντίστασης σε κάθε εισβολήν ή επιδρομήν των Τούρκων. Εις τας συνεδριάσεις αυτάς εξελέγη και η διοικούσα επιτροπή αποτελουμένη με πρόεδρον τον Θεοδόσιον Χειμωνίδην, Γραμματεύς Ιωάννης Κουφατσής, Ταμίας Ισαάκ Κούρτογλου και σύμβουλοι Αβραάμ Καλαϊτσίδης και Χρήστος Σεβαστίδης. Επίσης εξελέγησαν και οπλαρχηγοί από κάθε χωριό οίτινες θα ήσαν υπεύθυνοι της διοργανώσεως των οπλιτών. Ως Γενικός Οπλαρχηγός εξελέγη ο Ιωάννης Σπαθάρος, Οπλαρχηγοί δε εις Ισχανάντων ο Ιωάννης και Ευκλείδης Κουρτίδης, Πινατάντων ο Ιωάννης Τριανταφυλλίδης, Τερζάντων ο Ιωάννης Ζαχαρίδης, Κοσλαράντων ο Ιωάννης Ορφανίδης, Ζουρνατσιάντων ο Αβραάμ Καλαϊτσίδης και Πιστοφάντων ο Χρήστος Σεβαστίδης. Την 18ην απεφασίσθη όπως γίνει μία εκδρομή πολλών οπλιτών μέχρι Φτελένια ίνα και εκεί διορισθούν οπλαρχηγοί εις Κοπαλάντων και Υπαπαντή και να έχουν συνδέσμους με τα χωριά δια να μη πάθουν κανένα κακόν ως εκ της θέσεώς των διότι αυτοί εσυνόρευαν με τα Τουρκικά χωριά. Επίσης απαγορεύθηκε και ο άσκοπος πυροβολισμός όπως συνέβαινε καθημερινώς και ότι αν παρουσιάζετο καμία ανάγκη θα ερίχνοντο τρεις πυροβολισμοί σημαίνοντες κίνδυνον. Εκρίθη καλόν όπως από κάθε χωριό μαζευτούν εις Τερζάντων οι οπλίται και το πρωί εκείθεν γίνει η εκκίνησις προς Φτελένια όπως και έγινε. Πηγαίνοντες συνηντήσαμε εις τον δρόμον Τούρκους πολλούς φέρνοντες στην Σάντα προς πώλησην φασόλια καλαμπόκια και διάφορα άλλα τρόφιμα. Μόλις κατεβήκαμε εις το Γεφύρι Κοπαλάντων συνηντήσαμε πολλούς δικούς μας Σανταίους άνδρες και γυναίκες οίτινες ήρχοντο εκ Τραπεζούντος και τους οποίους οι Τούρκοι ελήστευσαν εις το βουνό της Σίμωνας και τους πήραν ότι είχαν και τους άφησαν σε κακά χάλια. Βιαστικά ανεβήκαμε εις Κοπαλάντων διορίσαμε αρχηγόν εκεί τον Χριστόφορον Καϊταλίδην και φύγαμε δια Υπαπαντήν όπου και εκεί διορίσθη αρχηγός ο Ιωάννης Χαριάδης και αφού τους εδόθησαν αι σχετικαί οδηγίαι φύγαμε δια τα χωριά. Το πάθημα όμως των δικών μας δεν μας άφησε ασυγκίνητους και απεφασίσαμεν να εκδικηθούμε όθεν τρεις τέσσαρες συνενοηθέντες εζητήσαμε από του Γεν. Οπλαρχηγού Ι. Σπαθάρου όστις ήτο μαζί μας να μας επιτρέψει και την άλλην ημέραν που θα εγύριζαν οι Τούρκοι εκ της Σάντας να τους ανταποδώσομε τα ίδια. Η άδεια μας εδόθη αλλά με την υπόσχεσην να μην πάμε πολλοί και να μην το μάθει κανείς έστω και Σανταίος οπλίτης. Βράδυ φθάσαμε στα χωριά και την ίδια νύχτα ξεκινήσαμε πέντε παιδιά και κατά τα ξημερώματα εφθάσαμε πάλιν εις Φτελένια και εστήσαμε καρτέρι εις την τοποθεσίαν Κουτήτα γεφύρι εις ξεραντήρια και περιμέναμε. Μόλις το μεσημέρι βλέπομε να έρχονται οι Τούρκοι με τα ζώα τους αφού τους εληστεύσαμε κ΄ημείς ετραυματίσαμε και τρεις με μαχαίρας και τους αφήσαμε σε κακά χάλια. Έκτοτε οι Τούρκοι δεν ήρχοντο στην Σάντα αλλά ούτε κ΄ημείς κατεβαίναμε στα χωριά τους. Μόνον από το βουνό της Γαλίανας πηγαίναμε εις Τραπεζούντα όταν επέτρεπε ο καιρός. Απεκλήσθημεν εις τα χωριά και η μόνη δουλειά μας ήτο πώς να διοργανωθούμε καλύτερα και να στήσομε φυλάκια σε διάφορα μέρη και να φυλάμε νύχτα και μέρα. Όλα τα χωριά εφρουρούντο κανονικώς και επί πλέον καθημερινώς δέκα οπλίται εστέλνοντο εις Φτελέν όπου είχε Κεντρικόν φυλάκιον και διενυκτέρευαν φυλάγοντες μέχρι το πρωί οπότε τους αντικαθιστούσαν άλλοι. Κατά την 15 Ιανουαρίου οι Τούρκοι μη γνωρίζοντες τι εγίνετο στην Σάντα έστειλαν μίαν γυναίκα με ένα παιδάκι προς κατασκοπίαν αλλά συνελήφθησαν εις Φτελέν και αφού κατόπιν ανακρίσεως εμάθωμεν τον σκοπόν της ελεύσεώς των εξυλοκοπήθησαν γερά και αφέθησαν ελεύθεροι. Πάντως το ηθικόν των Σανταίων ήτο πολύ υψωμένον διότι ψευδείς ειδήσεις έφθανον εκ Τραπεζούντας ότι ακόμη περιμένεται ο στρατός και ότι η Κων/πολις κατελήφθη υπό των Άγγλων και διάφοραι άλλαι φήμαι.

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η Σάντα η επτάκωμος

Εις τα Ν.Α. της Τραπεζούντος κειμένη επί υψηλού οροπεδίου η Σάντα αποτελείτο εξ επτά ενοριών των εξής : Πιστοφάντων, Ισχανάντων, Τερζάντων, Ζουρνατσιάντων, Κοσλαράντων, Πινατάντων και Τσακαλάντων. Όλες δε οι ενορίες εκείντο επί του ποταμού Ιάμπολου.

Επίσης αι ενορίες είχον και άλλα επτά παραρτήματα γενικώς Φτελένια ονομαζόμενα τα εξής : Μεγ. Φτελέν Χαρατσιάντων Αλιάντων Υπαπαντή Κοπαλάντων Καρά Κοτέλ και το Ρακάν.

Ως εκ του ορεινού εδάφους της η Σάντα ήτο άγονος οι κάτοικοι ασχολούντο εις την κτηνοτροφίαν και εις την καλλιέργειαν της πατάτας και ολίγον λαχανικών μόνον προς ιδίαν χρήσην. Όλοι οι άνδρες αναγκάζοντο να μετέρχονται εις την Ρωσίαν την Αμερικήν και αλλαχού διάφορα επαγγέλματα εκτός ολίγων οίτινες έμεναν διαρκώς εις την Σάνταν ως έμποροι ξυλουργοί διδάσκαλοι κ.τ.λ.. Λόγω λοιπόν του ορεινού εδάφους και της ανεπαρκούς συγκοινωνίας η ζωή καταντούσε λίγο δύσκολος επί πλέον δε και οι ληστείες των Τούρκων όταν πηγαινοέρχονταν εις Τραπεζούντα, ανάγκασαν πολλούς εκ των κατοίκων να μεταναστεύσουν εις Ρωσίαν όπου εσχιμάτησαν πολλές κοινότητες και χωριά ίσως παραπάνω από ότι έμειναν στην Σάντα.

Όταν τον Απρίλιον του 1916 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα ελευθερώθηκε και η Σάντα εκ του Τουρκικού ζυγού και άρχισαν οι ξενητεμένοι Σανταίοι να φθάνουν στα χωριά τους. Και επειδή λόγω του πολέμου είχε δουλειές πολλές και γνωρίζοντες οι Σανταίοι την γλώσσαν εκέρδιζαν πολλά λεφτά και η ζωή τους καλυτέρευσε κατά πολύ και το κυριότερον η ελευθερία. Μόνον όμως δύο χρόνια βάσταξε η κατάστασις αυτή διότι στα τέλη του 1917 οπότε άρχισε η Ρωσική κατάρρευσις εξ όλων των μετώπων του πολέμου τότε επρόκειτο η Σάντα να υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά, τα οποία θα αφηγηθούμε εις το παρόν ημερολόγιον.