Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Ιανουάριος 1918



 Ιανουάριος 1918

Την 25ην Ιανουαρίου του 1918 από πυροβολισμούς εις Φτελέν αντελήφθημεν ότι κάτι το σοβαρόν γίνεται εκεί και αμέσως εντός μίας ώρας καταβαίνομεν εκεί και από το φυλάκιον μαθαίνομε ότι πολλοί Τούρκοι Τσετέδες κυκλώσαντες το χωρίον Κοπαλάντων από τα ξημερώματα πυρ ομαδόν ακούγονται εκατέρωθεν. Δεν χάνομε καιρόν τροχάδην εφθάσαμε εις Υπαπαντήν (δεν πήγαμε κατ΄ευθείαν διότι δεν γνωρίζαμε σε τι σημεία βρίσκονται οι Τούρκοι) και ο δε εκείθεν φθάνομε εις τοποθεσίαν Μουσά λεγόμενον απέναντι του χωρίου Κοπαλάντων οπόθεν βλέπομε Τούρκους να λεηλατούν το χωριό ενώ οι λίγοι οπλίται πού βρίσκοντο εκεί αμύνοντο εκ των οικιών καθώς και αι γυναίκες. Μόλις αρχίσαμε ημείς πυρ ομαδόν εναντίον τους και βλέποντες οι Τούρκοι ότι έφθασεν δύναμις εκ Σάντας εγκατέλειψαν τας θέσεις των και άρχισαν να οπισθοχωρούν. Μέχρι το μεσημέρι η μάχη διαρκούσε σφοδρά εκατέρωθεν. Μόλις οι πυροβολισμοί αραίωσαν λίγο κατεβήκαμε μέσα στο χωριό και μόλις μας είδαν οι κάτοικοι από την χαράν τους δεν ήξεραν τι να κάνουν. Εις την μάχην εφονεύθησαν ο Χριστόφορος Σισμανίδης γέρων μετά των υιών του Γεωργίου και Μιχαήλ Παντελής Κοπαλίδης ετραυματίσθη. Εκ των Τούρκων όπως πληροφορηθήκαμε δέκα τέσσαρες σκοτωθήκαν και δύο τραυματίσθηκαν.
 Εμείναμεν πέντε ημέρας εις Κοπαλάντων φυλάγοντες όπως εκκενώσουν το χωριό και φύγουν στην Σάντα διότι ήτο πολύ κοντά σε Τούρκικα χωριά και ως εκ τούτου ήτο αδύνατον να γλιτώσουν. Επίσης και το χωριό Υπαπαντή διετάχθη να εκκενωθεί όπως και έγινε και έτσι όλη η δύναμις συνεπτύχθη εις την Σάντα. Την τελευταίαν ημέραν κατεβήκαμε κάτω στο ποτάμι να δούμε αν άφησαν πράγματα οι Τούρκοι φεύγοντες. Μόλις μας είδαν όμως από το αντικρινό Τούρκικο χωριό Ισχάν ενόμισαν ότι θα τους επιτεθούμε και αμέσως έγινε ένας πανικός που δεν περιγράφεται. Άνδρες γυναίκες και παιδιά ρίχθηκαν στους δρόμους και στο δάσος φωνάζοντες και κλαίγοντες τα δε ζώα τους αδέσποτα μέσα στο χωριό έτρεχαν εδώ κ΄εκεί διότι τα βγάλανε από τους στάβλους να τα φυγαδεύσουν αλλά ο φόβος και ο πανικός τους έκανε να τα εγκαταλείψουν και να φύγουν. Το ίδιον συνέβη και εις το χωριό Αγρίδ και όλοι οι κάτοικοι φοβισμένοι κατέβησαν εις Γουλιτσιάντων και μετά δύο ημέρας εγύρισαν στα σπίτια τους. Αργότερα ενθαρηθέντες και μόλις είδαν ότι τα δύο χωριά εκκενώθησαν άρχισαν να χαλνούν και να κάψουν τα σπίτια. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η Σάντα η επτάκωμος

Εις τα Ν.Α. της Τραπεζούντος κειμένη επί υψηλού οροπεδίου η Σάντα αποτελείτο εξ επτά ενοριών των εξής : Πιστοφάντων, Ισχανάντων, Τερζάντων, Ζουρνατσιάντων, Κοσλαράντων, Πινατάντων και Τσακαλάντων. Όλες δε οι ενορίες εκείντο επί του ποταμού Ιάμπολου.

Επίσης αι ενορίες είχον και άλλα επτά παραρτήματα γενικώς Φτελένια ονομαζόμενα τα εξής : Μεγ. Φτελέν Χαρατσιάντων Αλιάντων Υπαπαντή Κοπαλάντων Καρά Κοτέλ και το Ρακάν.

Ως εκ του ορεινού εδάφους της η Σάντα ήτο άγονος οι κάτοικοι ασχολούντο εις την κτηνοτροφίαν και εις την καλλιέργειαν της πατάτας και ολίγον λαχανικών μόνον προς ιδίαν χρήσην. Όλοι οι άνδρες αναγκάζοντο να μετέρχονται εις την Ρωσίαν την Αμερικήν και αλλαχού διάφορα επαγγέλματα εκτός ολίγων οίτινες έμεναν διαρκώς εις την Σάνταν ως έμποροι ξυλουργοί διδάσκαλοι κ.τ.λ.. Λόγω λοιπόν του ορεινού εδάφους και της ανεπαρκούς συγκοινωνίας η ζωή καταντούσε λίγο δύσκολος επί πλέον δε και οι ληστείες των Τούρκων όταν πηγαινοέρχονταν εις Τραπεζούντα, ανάγκασαν πολλούς εκ των κατοίκων να μεταναστεύσουν εις Ρωσίαν όπου εσχιμάτησαν πολλές κοινότητες και χωριά ίσως παραπάνω από ότι έμειναν στην Σάντα.

Όταν τον Απρίλιον του 1916 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα ελευθερώθηκε και η Σάντα εκ του Τουρκικού ζυγού και άρχισαν οι ξενητεμένοι Σανταίοι να φθάνουν στα χωριά τους. Και επειδή λόγω του πολέμου είχε δουλειές πολλές και γνωρίζοντες οι Σανταίοι την γλώσσαν εκέρδιζαν πολλά λεφτά και η ζωή τους καλυτέρευσε κατά πολύ και το κυριότερον η ελευθερία. Μόνον όμως δύο χρόνια βάσταξε η κατάστασις αυτή διότι στα τέλη του 1917 οπότε άρχισε η Ρωσική κατάρρευσις εξ όλων των μετώπων του πολέμου τότε επρόκειτο η Σάντα να υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά, τα οποία θα αφηγηθούμε εις το παρόν ημερολόγιον.