Κυριακή 25 Μαΐου 2014

Ιούνιος 1923

Ιούνιος 1923


1._ Βράδυ ξεκινήσαμε φθάσαμε εις Άχουν όπου εις ένα σπίτι γνωστό καθήσαμε και φάγαμε και εφθάσαμε εις Αβέτ ογλού το πρωί.


2._ Εις το μέρος Σατές εκοιμήθημεν έως το μεσημέρι και αργότερα ξεκινήσαμε διότι πιά έιμασθε στο βουνό και φθάσαμε στο σπίτι του Αλή όπου εμάθαμε ότι διεδώθη ότι οι Σανταίοι έφυγαν εις Ρωσσίαν και ο Μουδούρης Γιαγμούρ τερέ καθ' ημερινώς καταβαίνη στην Σάντα με Ζαντάρμες και άλλους Τούρκους.


3._ Φθάσαμε εις Χαντσάρ πήραμε άλευρα από τα αμπάρια μας και ζημόσαμε.


7._ Πήγαν μερικοί στον μύλον να αλέσουν να έχωμε έτοιμον αλεύρι. Και ελθώντες λέγουν ότι είδαν πολλούς Τούρκους από τα γύρω χωριά να κουβαλούν σανίδας και διάφορα άλλα πράγματα.


9._ Πρωί εφθάσαμε εις το γεφύρι Πιστοφάντων και κεραμειδαριό Πηλείδη και στήσαμε ενέδραν. Ύστερα από λίγο βλέπομε να κατέρχονται από το δάσος πολλοί να πάνε στα χωριά και τους πέρνωμε στην ενέδραν μέσα και αρχινάμε να πυροβολούμε και σκοτώνονται δέκα τέσσαρες ενώ πρίν από αυτούς είχαμε αιχμαλωτίση και τρείς άνδρας και μίαν γυναίκα. Φεύγοντας από εκεί οι μισοί πήγαμε από Ζουρνατσάντων και συνελάβαμε μέσα στο χωριό δέκα ακόμη άνδρας και μόνον την γυναίκαν άφησαν να φύγη. Κατεβάσαμε και τους άλλους εις το γεφύρη Τερζάντων όπου μας περίμεναν οι άλλοι και επειδή οι δέκα ήσαν σχεδόν όλοι γέροι και παιδιά εκτός της γυναικός με την υποσχεσην να μη πατήσουν ξανά στα σύνορα της Σάντας.


10._ Πήγαν τρείς εις Ισχάν στο σπίτι του Αλή.


11._ Ήλθαν και λένε ότι τον Αλήν συνέλαβαν οι Ζαντάρμες και τον κατέβασαν εις Σούρμενα. Ήλθε μαζύ τους και ο πατήρ και αδελφός του Σαλίχ όστις ήτο μαζύ με τον Αλή Οσμάν και έμεινε μαζύ μας. Από Σούρμενα χωρίον Βουνίτ όθεν κατήγετο και κουνιάδος του Αλή Οσμάν.


14._ Ήλθαν εκ Σουρμένων οι μείναντες εκεί. Εστείλαμε πάλιν μερικούς εις Ισχάν διά να μάθωμε νέα από τον Αλήν.


15._ Ήλθαν και λένε ότι ο Αλής κρατείτε στην φυλακήν κατόπιν προδοσίας και ανακρίνεται. Κατά το βράδυ ο Ευκλείδης και έξη παιδιά έφυγαν διά Ούζην. Εις Σεσλή καγιάν νύκτα βλέπουν φωτιά εις το παρακάτω σπήλαιον και καταβένουν εκεί να ζητήσουν λίγον καπνόν διότι δεν είχαν.
Έστειλαν προς αυτούς τον Σαλίχ διά να μη γνωρίζονται και να πάρη καπνόν μόλις πήγε κοντά τους είδε και δύο οπλισμένους μαζύ των και εζήτησε να παραδώσουν και τα όπλα αλλά αυτοί νομίσαντες ότι είναι μόνοι ετοιμάσθησαν στα όπλα ότε επυροβόλησαν οι δικοί μας και εσκότωσαν τον ένα οι δε άλλοι παρεδώθησαν. Είσαν εκ Σαμάρουξας και πήγαιναν διά τα παρχάρια τους πήραν ότι πράγματα μας ήσαν χρήσιμα και οι μέν τρείς τάφεραν με τα δύο όπλα εις το λημέρι οι δε άλλοι τρείς πήγαν διά Ούζην.


16._ Πρωί εκόψαμε τον δρόμον εις Κιμισλή αλλά μακρόθεν μας είδαν οι διαβάται και γύρισαν πίσω.


17._ Επειδή μάθαμε ότι ετελείωσε το ψωμί στο σπίτι του Αλή και δεν είχαν σιτάρι ούτε και καλαμπόκι και ο ίδιος φυλακή. Το βράδυ τέσσαρες πέντε φορτοθήκαμε σιτάρι και καλαμπόκι και πήγαμε στο σπίτι του και την επομένην έφθασε και ο Αλής αφίσαντες αυτόν ελεύθερον και λέγει ότι η Κυβέρνησις έμαθε ότι θα φύγωμεν διά Ρωσσίαν και στρατός φυλάγη εις Σούρμενα Όφιν και Ρίζαιον και τρία Κυβερνητικά Μοτέρ γυρίζουν στην θάλασσαν και επιθεωρούν όλα τα μοτέρ και βάρκες ακόμη διά να μας συλλάβουν.


22._ Ήλθεν ο Αλής με τον γαμβρόν του μαζύ τον Αχμέτ Τσιβελέκ όστις μας έφερε επιστολάς εκ Τραπεζούντος και άλλας ειδήσεις. Εμείναμε μαζύ του σύμφωνοι όταν έρχονται  πολλοί διαβάται εις Ισχάν διά να πάνε στα παρχάρια τους να ρίχνη δύο τουφεκιές και εμείς να κόψωμε τον δρόμον από το Καρά κοτύλ.


25._ Σύνθημα δεν εδώθη αλλά στενοχωρηθέντες βράδυ ανέβημεν εις Κιλκενλούκ και


26._ Εκόψαμε τον δρόμον του Καρά κοτύλ. Πήραμε αρκετά τρόφημα και ένα βώδι.Μία γυναίκα φορούσε στο στήθος της ένα χρυσοκέντητο στηθούρι "σπαλέρι" και την αναγκάσαμε να το βγάλη και κοντά σε όλους το ξεσκίσαμε διότι ήτο λάφυρον από την Σάντα αι τουρκάλες δεν είχαν παρόμοια

27._ Πήγαμε στο λημέρη μας. Όπου είχαν φθάση χθές βράδυ οι τρείς που πήγαν εις Ούζην. Και οίτοινες κατέβησαν κάτω εις Γεμουράδη εις Τερέπασιν και Κιούσεναν και από Σκάφιαν έφθασαν εις Τσαμπούρ όπου ήτο ο Μολάς Ουζλή ογλού και όστις εφύλαγε κάποιον Αρμένιον Μωυσές Γιμούκογλου. Έμειναν εκεί τέσσαρες ημέρας και τους φυλοξενούσε ο Μολάς κατόπιν με οκτώ οπλισμένους τους έφερε μέχρι Τσιαουλή και τους έστειλε ειπών εις αυτούς ότι μετά δέκα ημέρας ελάτε όλοι σας και κατόπιν κ' ημείς πάμε μαζύ σας απάνω. Δέον να σημειωθή εδώ ότι ο Μολάς αυτός όλην αυτήν την περιποίησην δεν έκανε με καλόν σκοπόν παρά να μας παρασύρη εκεί κάτω στο χωριό του προς εξόντωσίν μας ως έχομε πληροφορηθή αργότερον.
Διότι και εις τον Δαμ. Τσιρίπ έκανε τον φίλον και αργότερα εμάθαμε ότι αυτός με τους ανθρώπους του τον εκύκλωσαν εις Δίρχαν και τον εσκότωσαν.Μας έφεραν τα παιδιά γράμματα από την Κων/πολιν από τας οικογενείας μας. Μανθάνωμεν ότι εκεί πέθαναν πολλοί πατριώται οι δικοί μας έφυγαν διά την Ελλάδα. Και τέλος λένε ότι ο Αλαϊ Κουμαντανί Τραπεζούντος είπε προς τον εξ Ούζης Ριζά βέην ότι επί τέλους βαρεθήκαμε αυτούς τους αντάρτας της Σάντας θα ήτο πολύ καλόν αν είχαν κανένα να τους φυγαδεύση και θα γλύτωναν κ' αυτοί κ' ημείς. Δι' αυτό λοιπόν ο Ριζά βέης θέλη να μας ιδή να συνενοηθή μαζύ μας και ειδοποιεί να πάμε εις Ματέν της Κρώμνης όπου κοντά είναι το παρχάρι του και να μας ιδή.


29._ Πήγαμε εις το λημέρι Ουζούν σίρτ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η Σάντα η επτάκωμος

Εις τα Ν.Α. της Τραπεζούντος κειμένη επί υψηλού οροπεδίου η Σάντα αποτελείτο εξ επτά ενοριών των εξής : Πιστοφάντων, Ισχανάντων, Τερζάντων, Ζουρνατσιάντων, Κοσλαράντων, Πινατάντων και Τσακαλάντων. Όλες δε οι ενορίες εκείντο επί του ποταμού Ιάμπολου.

Επίσης αι ενορίες είχον και άλλα επτά παραρτήματα γενικώς Φτελένια ονομαζόμενα τα εξής : Μεγ. Φτελέν Χαρατσιάντων Αλιάντων Υπαπαντή Κοπαλάντων Καρά Κοτέλ και το Ρακάν.

Ως εκ του ορεινού εδάφους της η Σάντα ήτο άγονος οι κάτοικοι ασχολούντο εις την κτηνοτροφίαν και εις την καλλιέργειαν της πατάτας και ολίγον λαχανικών μόνον προς ιδίαν χρήσην. Όλοι οι άνδρες αναγκάζοντο να μετέρχονται εις την Ρωσίαν την Αμερικήν και αλλαχού διάφορα επαγγέλματα εκτός ολίγων οίτινες έμεναν διαρκώς εις την Σάνταν ως έμποροι ξυλουργοί διδάσκαλοι κ.τ.λ.. Λόγω λοιπόν του ορεινού εδάφους και της ανεπαρκούς συγκοινωνίας η ζωή καταντούσε λίγο δύσκολος επί πλέον δε και οι ληστείες των Τούρκων όταν πηγαινοέρχονταν εις Τραπεζούντα, ανάγκασαν πολλούς εκ των κατοίκων να μεταναστεύσουν εις Ρωσίαν όπου εσχιμάτησαν πολλές κοινότητες και χωριά ίσως παραπάνω από ότι έμειναν στην Σάντα.

Όταν τον Απρίλιον του 1916 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα ελευθερώθηκε και η Σάντα εκ του Τουρκικού ζυγού και άρχισαν οι ξενητεμένοι Σανταίοι να φθάνουν στα χωριά τους. Και επειδή λόγω του πολέμου είχε δουλειές πολλές και γνωρίζοντες οι Σανταίοι την γλώσσαν εκέρδιζαν πολλά λεφτά και η ζωή τους καλυτέρευσε κατά πολύ και το κυριότερον η ελευθερία. Μόνον όμως δύο χρόνια βάσταξε η κατάστασις αυτή διότι στα τέλη του 1917 οπότε άρχισε η Ρωσική κατάρρευσις εξ όλων των μετώπων του πολέμου τότε επρόκειτο η Σάντα να υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά, τα οποία θα αφηγηθούμε εις το παρόν ημερολόγιον.