Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Απρίλιος 1924



Απρίλιος 1924

10._ Ήλθε πάλιν Ελληνικόν πλοίον διά πρόσφυγας.
11._ Μας έγραψε η Επιτροπή ότι να ετοιμασθούμε διότι αύριον το πρωΐ θα έλθουν να μας πάρουν διά το βαπόρι. Ήτο απερίγραπτος η χαρά μας και δεν εκλείσαμε μάτι όλην την νύκτα.
Προς το βράδυ ήλθε και ο Διευθυντής της φυλακής και μας λέγει ότι ο Εισαγγελεύς σας ειδοποιεί να ετοιμασθήτε διά να φύγετε αύριον. Ήσαν μαζύ μας και δέκα τέσσαρες Αμησιανοί κρατούμενοι στας φυλακάς του Ερζιγκάν ως πολιτικοί κατάδικοι διά το ζήτημα του Πόντου και οίτοινες προ τεσσάρων ημερών ήλθαν εις Τραπεζούντα και τους έφεραν μαζί μας.
Πρίν ξημερώση ήμασθε επί ποδός και τα πράγματά μας έτοιμα.
12._ Ήλθε ο διευθυντής των φυλακών και ανοίξας την πόρταν εφώναξε με την σειράν τα ονόματα των Αμοισινών και βγήκαν έξω οπότε πλέον θα ήρχετο η σειρά σ’ εμάς αλλά δυστυχώς βλέπωμε ότι η πόρτα έκλεισε αμέσως. Εφωνάξαμε τον Διευθυντήν αλλά του κάκου μας λέγει ότι εσείς αργότερα διότι ο Βαλής το διατάζη.
Κεραυνός αν έπεφτε δεν θα μας πείραζε τόσον και εμείναμε στας θέσεις μας μη γνωρίζοντες τι να κάνωμεν. Όλην την ημέραν φαγί δεν βάλαμε στο στόμα μας και περιμέναμε το μοιραίον.
13._ Πρωΐ βλέπομε τον Εισαγγελέα να έρχετεκαι ανέβηκε στο γραφείον της φυλακής οπότε κατέβηκε ο Γραμματεύς και κάλεσε δύο από μας να ανεβούμε στο γραφείον διότι μας θέλει ο εισαγγελεύς. Ανεβήκαμε αμέσως εγώ και κάποιος Προκόπης Προκοπίδης εξ Αρδάσης διότι εγνώριζε καλά και απτέστως την Τουρκικήν. Όταν φθάσαμε ο Εισαγγελεύς εκάθητο πρό του γραφείου και διέταξε τον Γραμματέα να μας φέρη καθήσματα και μας πρόσφερε τσιγάρο διέταξε και μας παρήγγηλε και καφέ. Ενώ αυτός κρατούσε το κεφάλι του μεταξύ στα χέρια του και κάθετο σκεπτικός. Μετά τινα λεφτά σήκοσε το κεφάλι του και μας λέγει: Παιδιά μου χθές σας ειδοποίησα να είσθε έτοιμοι να φύγητε. Γνωρίζω πόσον είσθε κακισμένοι τώρα και σε τι ψυχικήν κατάστασιν βρίσκεσθε. Αλλά μην έχετε ανάγκην ενώσω βρίσκομε εγώ εδώ θα σας στέλνω στας οικογενείας σας. Δεν φταίω εγώ παιδιά αλλά «Πίρ τεγιουζίν σεπεπιντενκερί καλτινιζ» δηλ. Ένας άτιμος σας άφησε πίσω και σηκωθείς έφυγε εκ του γραφείου και μας άφησε εκεί με τον διευθυντήν της φυλακής. Με τον οποίον είχαμε καλάς σχέσεις διότι ήτο και παλαιός φίλος του πατέρα μας και με όλο το θάρος τον αρώτησα. Μουσταφά εφέντη εδώ πρό ολίγου ο Εισαγγελεύς είπε μίαν κουβέντα ότι ένας άτιμος σας άφισε πίσω ποίος άραγε είνε ο άτιμος αυτός; Εγέλασε και μας λέγει : Πολλά τα γυρεύεις δεν είνς σειρά τώρα αργότερα θα σας πώ. Και σηκοθέντες κατεβήκαμε στην φυλακήν και είπαμε στους συντρόφους μας ότι έγινε στο γραφείον και σκεπτόμαθε τι να εσήμενον όλα αυτά. Και πώς ήλθε ο εισαγγελεύς και μας φώναξε εκεί. Μας ήτο ανεξήγητον και περιμέναμε την κατάληλον στιγμήν να μάθωμεν από τον Μουσταφά εφέντην. Με τον οποίον συχνά βγέναμε στο προαύλιον της φυλακής και πίναμε καφέ.

Μετά τινας ημέρας η Επιτροπή ήλθε στον Βαλήν και εζήτησε τον λόγον διά τον οποίον μας καθηστέρησε και όστις ευρών πρίφασιν ότι μετά την συνθήκην της Λωζάνης οπότε μας εδώθη αμνηστεία ως πολιτικοί κατάδικοι εκάναμε δήθεν μίαν ληστείαν και διά την οποίαν δεν έδωσαν ακόμη ανακρήσεις. Προφάσεις εν αμαρτίαις. Και διά το οποίον ούτε μας έγινε αρώτησις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η ΕΠΤΑΚΩΜΟΣ ΣΑΝΤΑ

Η Σάντα η επτάκωμος

Εις τα Ν.Α. της Τραπεζούντος κειμένη επί υψηλού οροπεδίου η Σάντα αποτελείτο εξ επτά ενοριών των εξής : Πιστοφάντων, Ισχανάντων, Τερζάντων, Ζουρνατσιάντων, Κοσλαράντων, Πινατάντων και Τσακαλάντων. Όλες δε οι ενορίες εκείντο επί του ποταμού Ιάμπολου.

Επίσης αι ενορίες είχον και άλλα επτά παραρτήματα γενικώς Φτελένια ονομαζόμενα τα εξής : Μεγ. Φτελέν Χαρατσιάντων Αλιάντων Υπαπαντή Κοπαλάντων Καρά Κοτέλ και το Ρακάν.

Ως εκ του ορεινού εδάφους της η Σάντα ήτο άγονος οι κάτοικοι ασχολούντο εις την κτηνοτροφίαν και εις την καλλιέργειαν της πατάτας και ολίγον λαχανικών μόνον προς ιδίαν χρήσην. Όλοι οι άνδρες αναγκάζοντο να μετέρχονται εις την Ρωσίαν την Αμερικήν και αλλαχού διάφορα επαγγέλματα εκτός ολίγων οίτινες έμεναν διαρκώς εις την Σάνταν ως έμποροι ξυλουργοί διδάσκαλοι κ.τ.λ.. Λόγω λοιπόν του ορεινού εδάφους και της ανεπαρκούς συγκοινωνίας η ζωή καταντούσε λίγο δύσκολος επί πλέον δε και οι ληστείες των Τούρκων όταν πηγαινοέρχονταν εις Τραπεζούντα, ανάγκασαν πολλούς εκ των κατοίκων να μεταναστεύσουν εις Ρωσίαν όπου εσχιμάτησαν πολλές κοινότητες και χωριά ίσως παραπάνω από ότι έμειναν στην Σάντα.

Όταν τον Απρίλιον του 1916 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα ελευθερώθηκε και η Σάντα εκ του Τουρκικού ζυγού και άρχισαν οι ξενητεμένοι Σανταίοι να φθάνουν στα χωριά τους. Και επειδή λόγω του πολέμου είχε δουλειές πολλές και γνωρίζοντες οι Σανταίοι την γλώσσαν εκέρδιζαν πολλά λεφτά και η ζωή τους καλυτέρευσε κατά πολύ και το κυριότερον η ελευθερία. Μόνον όμως δύο χρόνια βάσταξε η κατάστασις αυτή διότι στα τέλη του 1917 οπότε άρχισε η Ρωσική κατάρρευσις εξ όλων των μετώπων του πολέμου τότε επρόκειτο η Σάντα να υποστεί τα μεγαλύτερα δεινά, τα οποία θα αφηγηθούμε εις το παρόν ημερολόγιον.